Νατάσσα Χτενά, είναι το Facebook Μέσο Ενημέρωσης; Και είναι σωστό να μιλάμε για λογοκρισία σε αυτό;

Αρχική δημοσίευση στο popaganda.gr

Όταν ξέσπασε ο θόρυβος γύρω από το Facebook, σκέφτηκα πως πρέπει να ζητήσω τη γνώμη της Νατάσας Χτενά, ερευνήτριας στο Harvard Kennedy School. H Νατάσα έχει μια ιδιαίτερη και σπάνια διαδρομή, όχι μόνο γιατί τα μονοπάτια που βάδισε από τον αθηναϊκό Τύπο προς την ακαδημαϊκή έρευνα συναντιούνται σπάνια, αλλά και επειδή έκανε δύσκολες επιλογές χωρίς συμβιβασμούς. Από το ΤΕΙ Αθήνας, την Οπτική και Οπτομετρία, στην Ανθρωπολογία των Μέσων στο Πανεπιστήμιο SOAS (School of Oriental and African Studies) του Λονδίνου, Διδακτορικό στις Ανοιχτές Τεχνολογίες στην Εκπαίδευση από το UCLA και τώρα ερευνήτρια του Shorenstein Center on Media, Politics and Public Policy στο Harvard και διευθύντρια σύνταξης του Harvard Kennedy School (HKS) Misinformation Review, όπου μεταξύ άλλων, αναπτύσσει τυπολογίες παραπληροφόρησης και fake news online προκειμένου να βοηθήσει δημοσιογράφους να αναγνωρίζουν η να τις ελέγχουν όταν τις συναντούν και να μην παρασύρονται από καμπάνιες παραπληροφόρησης.

Αυτό που ήθελα να συζητήσω μαζί της, είναι αν θεωρεί το Facebook Μέσο Ενημέρωσης και αν πιστεύει ότι είναι σωστό να μιλάμε για λογοκρισία σε αυτό. Δέκα χρόνια πριν, όταν συναντηθήκαμε για πρώτη φορά, εγώ ήμουν αισιόδοξος για το ανοιχτό λογισμικό και τις φιλελεύθερες αφηγήσεις που επικρατούσαν σχετικά με τα Νέα Μέσα, πιστεύοντας ότι θα εκδημοκρατίσουν τον δημόσιο διάλογο, ενώ εκείνη ήταν μάλλον καχύποπτη. Πολλοί πιστεύουν ότι μπορούμε να αντιπαραθέσουμε στα ψηφιακά ολιγοπώλια, δημιουργικά οικοσυστήματα μικρών εταιρειών και συλλογικοτήτων που θα ευνοούσαν την κουλτούρα της συνεργασίας και των κοινών αγαθών. Σήμερα τα συζητήσαμε ξανά από την αρχή, που αλλού, στο Zoom. 

Μόλις πριν από λίγες μέρες στο Κογκρέσο, η συνάδελφος της Χτενά στο Χάρβαρντ, Τζόαν Ντονοβαν και ο Τρίσταν Χάρις, που ασχολείται με θέματα ηθικής της ψηφιακής τεχνολογίας και έγινε γνωστός από το ντοκιμαντέρ Social Dilemma, ζήτησαν για άλλη μια φορά να ανοίξουν οι απόρρητοι αλγόριθμοι των εταιρειών κοινωνικής δικτύωσης ώστε να μπορέσουν να γίνουν έρευνες και παρεμβάσεις που θα προασπίσουν λειτουργίες όπως ο δημόσιος διάλογος. Έχει υπολογιστεί πως δαπανούμε μεταξύ δύο και έξι ωρών την ημέρα στη χρήση κάποιου Μέσου, είτε πρόκειται για το κινητό ή τα social media ή τα παραδοσιακά Μέσα. Η ρύθμιση των Μέσων αυτών είναι πλέον επιτακτική, τόσο για την λειτουργία της Δημοκρατίας, όσο και για λόγους σεβασμού των ατομικών ελευθεριών. Ακολουθεί ένα μέρος της διαφωτιστικής, ελπίζω, συζήτησης μας:

Πάνε πέντε χρόνια από το σκάνδαλο της Cambridge Analytica. Τώρα έχουμε ήδη περάσει στη φάση που τα κοινωνικά δίκτυα μπορούν να αποκλείσουν τον ίδιο τον Πρόεδρο των ΗΠΑ από τις πλατφόρμες τους, κάτι που συνιστά τεράστια αλλαγή στον τρόπο που λειτουργούν. 

Αν δεν δουλεύεις σαν μηχανικός στο Facebook, δεν ξέρεις ακριβώς τι γίνεται, αλλά από ρεπορτάζ που έχουν γίνει, μαθαίνουμε πως η τεχνολογία του έχει αλλάξει πάρα πολύ μετά την εισαγωγή διαφημίσεων. Πριν από δεκαπέντε χρόνια ήταν ένα κοινωνικό δίκτυο καθαρά για προσωπική χρήση. Δεν νομίζω ότι ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ μπορούσε να φανταστεί όταν έφτιαξε το Facebook ότι αυτή η πλατφόρμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για διαφήμιση ή ότι μπορούν να χρησιμοποιήσουν machine learning για να κάνουν moderation προκειμένου να διασφαλίσουν το διαφημιστικό περιβάλλον. Τα τελευταία 5 χρόνια έχει επεκταθεί τόσο πολύ η χρήση του machine learning στα σόσιαλ μίντια,  ώστε έχει αλλάξει όλη η υποδομή του δικτύου. Στην Ευρώπη ο κόσμος βλέπει διαφορετικά το θέμα με την εποπτεία περιεχομένου, πιο πολιτικά αλλά και πιο ρηχά. Στην Αμερική, επειδή έγινε το σκάνδαλο με τις εκλογές, ο κόσμος είναι πολύ ευαίσθητος. 

Ναι, το καταλαβαίνω, αλλά τι μπορεί να γίνει σε ένα εταιρικό περιβάλλον για να προστατεύσεις την ελευθερία του λόγου; Το Facebook έχει φτιάξει διάφορους θεσμούς, όπως το Oversight Board, που το λέμε και «Ανώτατο Δικαστήριο» του Facebook, προκειμένου να κρίνει αν σωστά «κόβεται» μια ανάρτηση ή όχι, όμως όλα αυτά δεν είναι χρήσιμα πράγματα δε λειτουργούν σε δημοσιογραφικό χρόνο. Βγάζει τριμηνιαίες αναφορές όπου αποκαθιστά αναρτήσεις, όμως κάτι τέτοιο είναι τελείως άχρηστο, η πληροφορία δεν εχει έχει καμιά αξία πια.

Το βασικό πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει διαφάνεια στον τρόπο με τον οποίο το Facebook ελέγχει το περιεχόμενο, δηλαδή τι σύστημα χρησιμοποιεί για την εποπτεία του. Από ρεπορτάζ έχουμε μάθει ότι πέρυσι τον Μάρτιο, όταν κλειστήκαμε σε καραντίνα, δοκίμασαν να βάλουν αλγορίθμους να κάνουν moderation σε βιομηχανική κλίμακα, αλλά τους έκλεισαν, επειδή το λογισμικό έκανε flag ό,τι να’ ναι. Κι έτσι άρχισαν να χρησιμοποιούν ανθρώπους ξανά. Όμως, δεν σου λένε ότι η Teleperformance κάνει την εποπτεία περιεχομένου στην Ελλάδα. Αυτό είναι το πρόβλημα…

Το αρνούνται αυτό, λένε ότι δεν ισχύει. Αλλά ότι γίνεται rotation.

Πώς λειτουργούν οι εταιρείες αυτές; Πώς τους προσλαμβάνουν, τι εκπαίδευση τους κάνουν; Ένα ρεπορτάζ της Καθημερινής το ‘19 έλεγε πως έκαναν τρεις εβδομάδες training και πως δεν χρειάζεται κανένα προσόν για να γίνεις επόπτης περιεχομένου. Έψαξα και βρήκα αγγελίες εργασίας, όπου δε ζητάνε καν απολυτήριο λυκείου. Έχουν γίνει συνεντεύξεις με αυτούς τους ανθρώπους και έχουν πει ότι τους δείχνουν κάποια case studies και τους υποδεικνύουν τι να κάνουν σε κάθε περίπτωση.

Όταν διάβασα τι έγινε με τον Κουφοντίνα, αναρωτήθηκα αν όντως έχει πέσει γραμμή από την κυβέρνηση ή απλώς οι moderators δεν ξέρουν τι κάνουν.

Δηλαδή κάνει flag ο αλγόριθμος σε μια ανάρτηση και ένα παιδί χωρίς ουσιαστικά προσόντα, το οποίο κάθεται σε ένα γραφείο με ένα ποτήρι στο πλάϊ, το οποίο μάλιστα πρέπει να είναι και διάφανο για να βλέπουν ότι έχει νερό μέσα, πρέπει να αποφασίσει για τις αναρτήσεις έχοντας περάσει απλώς τρεις εβδομάδες εκπαίδευσης και χωρίς καμία βοήθεια από το Facebook. 

Από ρεπορτάζ ξέρουμε ότι τα άτομα που κάνουν moderation συχνά στέλνουν μηνύματα σε κάποιον που είναι στο Facebook πιο πάνω ανώτερό τους ιεραρχικά στο Facebook ρωτώντας τι να κάνουν και το Facebook εκείνος δεν απαντάει. Έτσι, κάποιος που δεν εργάζεται καν για το Facebook, που δε διαθέτει υπόβαθρο στην τεχνολογία και χωρίς καμία γνώση για το πώς λειτουργεί το Ίντερνετ, ο οποίος πιθανότατα δεν σκέφτηκε ποτέ στη ζωή του τίποτα για την λογοκρισία και την παραπληροφόρηση, αλλά που απλά θέλει να κάνει τη δουλειά του για να βάλει ένα πιάτο φαγητό στο τραπέζι, καλείται να αποφασίσει τι θα παραμείνει στο Facebook και τι θα πέσει όχι. Αυτό είναι το πρόβλημα στον τρόπο που λειτουργεί το Facebook. Και σκέψου ότι αν βλέπει μόνο αναρτήσεις για τον Κουφοντίνα, πάει καλά, αλλά αν βλέπει σφαγές και βιασμούς και μετά πρέπει να κρίνει πολιτικό περιεχόμενο, πόσο εντάξει είναι αυτό; 

Και υποφέρει από ψυχικό τραύμα δευτέρου βαθμού, όπως άλλωστε έχει τεκμηριωθεί…

Δεν ξέρω αν ακούστηκε στην Ελλάδα, αλλά οι εταιρείες Πληροφορικής κατέθεσαν στο Κογκρέσο προτάσεις για το Section 230, έναν νόμο ο οποίος τις προστατεύει από κάθε ευθύνη για το τι δημοσιεύεται στις πλατφόρμες τους. Δηλαδή δεν μπορεί κάποιος να τους κάνει μήνυση ώστε να θεωρηθεί υπεύθυνο το Facebook, αλλά είναι υπεύθυνο το άτομο που γράφει. 

Βέβαια στην Ευρώπη τώρα συζητείται το Digital Services Act που δεν φαίνεται να κινείται στην ίδια λογική. Το 2018 όταν ο Ζούκερμπεργκ ήρθε στην Ευρώπη για να μιλήσει σε επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου, αντιμετώπισε μια πολύ σκληρή κατάσταση. Μάλιστα ήταν οι φιλελεύθεροι και οι συντηρητικοί αυτοί που ήταν πιο αυστηροί απέναντί του και οι οποίοι ζητούσαν ρύθμιση. Υποθέτω ότι ο λόγος είναι πως δεν γίνεται να μην δεις τις εταιρείες αυτές και μέσα στο πλαίσιο ενός εμπορικού ανταγωνισμού μεταξύ Ευρώπης-Ηνωμένων Πολιτειών. Προφανώς το Κογκρέσο θα αντιμετωπίσει πιο ευνοϊκά το Facebook λόγω αμερικανικής αντίληψης για την αγορά, αλλά και γιατί διαχειρίζεται μια πολυεθνική, η οποία αποτελεί παγκόσμια δύναμη, ένα εξαιρετικά ισχυρό εργαλείο για την αμερικανική πολιτική. Και γι αυτό νομίζω ότι στην Ευρώπη δεν θα είναι ίδιο το καθεστώς λειτουργίας της εταιρείας.

Δεν πιστεύω ότι μπορείς να εφαρμόσεις το ίδιο σύστημα σε κάθε χώρα. Σε μια χώρα η οποία έχει αυταρχική κυβέρνηση, έχεις άλλα προβλήματα από ό,τι σε μια χώρα όπως η Γερμανία. Έπειτα υπάρχουν και ιστορικά και κοινωνικά θέματα – ακόμα και το πώς χρησιμοποιείται το Ίντερνετ διαφέρει από χώρα σε χώρα. Όποιος κι αν είναι υπεύθυνος για τα περιστατικά λογοκρισίας στην Ελλάδα, είτε έχει γίνει λάθος επειδή το Facebook είναι ένα χάος και κάνει ο καθένας ό,τι θέλει, ή επειδή υπάρχουν κυβερνητικές ομάδες οι οποίες κάνουν flag αυτά τα ποστ και report -γιατί και αυτό συμβαίνει- και αν ακόμα η κυβέρνηση δίνει ξεκάθαρη γραμμή στην Teleperformance, όπως φαίνεται ότι γίνεται σε κάποιες χώρες, το πρόβλημα είναι το ίδιο.

Νομίζω πως σε κάθε χώρα είναι διαφορετικά. Στην Τουρκία για παράδειγμα ξέρουμε -διαβάσαμε τα ρεπορτάζ- ότι το Facebook ήρθε σε συναλλαγή απευθείας με την τουρκική κυβέρνηση για τους Κούρδους αντάρτες στην βόρειο Συρία και δεν μεταδιδόταν τίποτα μέσα στην Τουρκία από τα εγκλήματα των Τούρκων εκεί. Φαντάζεται κανείς ότι είναι λίγο πιο δύσκολα σε χώρες όπως η Ελλάδα ή οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης. Να καταλάβουμε τα δίκτυα σαν δρόμους, στο Ευρωπαϊκό πλαίσιο τουλάχιστον;

Ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ έλεγε από την αρχή ότι δεν είναι διαιτητές της αλήθειας, «δεν είμαστε media company, αλλά απλά μια πλατφόρμα». Είναι χαρακτηριστικό ότι έχουν διαλέξει τον όρο «πλατφόρμα» , ο οποίος είναι ουδέτερος -δεν υπάρχει πολιτική στην πλατφόρμα. Ακόμα και το 2016, όταν έγινε η νοθεία στις εκλογές, ο Ζούκερμπεργκ συνέχιζε να λέει ότι δεν είναι Media και δεν ήθελαν να πάρουν εκδοτικές αποφάσεις. Αλλά υπάρχει curation στα timeline, επομένως… είναι!

Όχι με την παραδοσιακή έννοια, αλλά εφόσον υπάρχει διαφήμιση και φιλοξενείται ειδησεογραφία, σαφώς είναι. Ο Μαρκ δεν το παραδέχεται, γιατί τότε θα πρέπει να ρυθμιστεί το Facebook με άλλους τρόπους. To να «λογοκρίνεις» τα ποστ του Προέδρου Τραμπ ή να τον αποκλείσεις τελείως από την πλατφόρμα σου, συνιστά εκδοτική απόφαση. Σε ένα κανάλι ή μια εφημερίδα παίρνεις διαρκώς τέτοιες αποφάσεις. Αυτό το οποίο φαντάστηκε ο Ζούκερμπεργκ στα νιάτα του είναι μια ουτοπία. Όταν «ανοίγεις» κάτι (εν προκειμένω την αγορά των Μέσων), το καθιστάς και ευάλωτο σε παράγοντες με ατζέντα. Η ιδέα του ανοιχτού λογισμικού ή του ανοιχτού διαδικτύου στο σύνολό της ευθύνεται σε σημαντικό βαθμό για το πρόβλημα με την παραπληροφόρηση, τις ψεύτικες ειδήσεις κοκ. Προφανώς υπήρχαν και πριν το Ίντερνετ αυτά, αλλά αυτό που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια, με αλλεπάλληλες επιχειρήσεις προπαγάνδας από μικρές ομάδες, είναι αποτέλεσμα της τεχνολογίας.

Βέβαια θα μπορούσε κανείς να πει ότι υπάρχουν περιορισμοί και στο Διαδίκτυο. Για παράδειγμα σε σχέση με το γυμνό. Θα μπορούσαν να μπουν περισσότεροι περιορισμοί.

Το πρόβλημα με την παραπληροφόρηση είναι ότι δεν έχουμε ακόμα τυπολογίες. Υπάρχουν μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί οι οποίοι κάνουν πολλή δουλειά γύρω από το πώς μπορούν να βοηθήσουν τους δημοσιογράφους σε αυτό το νέο περιβάλλον, το οποίο χαρακτηρίζεται από τόσο μεγάλη παραπληροφόρηση. Είναι περίπλοκο πρόβλημα, και δεν υπάρχει εύκολη απάντηση, αλλά το Facebook δεν έχει ιδέα τι να κάνει με αυτό. Μιλάω πολλές φορές με consulting firms και με ρωτάνε τι να κάνει το Facebook και αυτό που απαντάμε κι εγώ και πολλοί συνάδελφοι, είναι να κάτσουν να δουλέψουν. Δηλαδή θα προτείνω εγώ, σαν ακαδημαϊκός, πώς θα λύσει το πρόβλημα μια πολυεθνική, η οποία έχει μια υπηρεσία που στηρίζεται μόνο στην πώληση δεδομένων; Και καταλήγουμε ξανά στο ίδιο ερώτημα: Είναι το Facebook ένα τέρας; Υπάρχει τρόπος να το ρυθμίσουμε ή έχει ήδη καταστρέψει τη Δημοκρατία;

Έχω την εντύπωση ότι για τους δημοσιογράφους στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει καταστεί πλέον σαφές ότι δεν γίνεται να συμβιβαστούμε με τα social media. H διάδραση για να μπορεί να είναι αποδοτική, πρέπει να δημιουργεί πόλωση, αλλιώς δεν λειτουργεί.

Στο διαδικτυακό περιβάλλον πρέπει να δημοσιεύεις συνέχεια και γρήγορα, οπότε χάνεις τον έλεγχο της παραγωγής σου. Η παραπληροφόρηση παράγει κέρδος και τη χρειάζεται το σύστημα, είναι business. Συζητάνε να «σπάσουν» το Facebook σε μικρότερες εταιρείες, όμως τότε πιθανόν να γίνουν χειρότερα τα πράγματα. Οι ακροδεξιοί εξτρεμιστές έχουν ήδη φύγει από τις μεγάλες πλατφόρμες και έχουν μαζευτεί στο Parler και το Telegram, όπου δεν υπάρχουν μηχανισμοί λογοκρισίας, για την ώρα. Θα οργανώνονται αντίστοιχα γεγονότα όπως στο Καπιτώλιο, και δεν θα μπορείς να τα προβλέψεις. Στο Καπιτώλιο οι δημοσιογράφοι και οι ακαδημαϊκοί που παρακολουθούν αυτά τα πράγματα ήξεραν ότι κάτι θα γίνει… Οι δημοσιογράφοι και οι ακαδημαϊκοί που παρακολουθούν αυτά τα θέματα, γνώριζαν ότι κάτι επρόκειτο να συμβεί στο Καπιτώλιο

Όμως θέλω να πω κάτι και σε σχέση με τη στάση των Αμερικανικών ΜΜΕ. Ο κόσμος στις ΗΠΑ πεινάει, δεν έχει δουλειές. Ιδανικά θα ήθελε να γυρίσει το χρόνο 50 χρόνια πίσω, εκεί που υπήρχαν εργοστάσια δουλειές και χρήματα. Από την άλλη πλευρά, έχεις πολιτείες όπως η Καλιφόρνια, που είναι το κέντρο της Silicon Valley, όπου η κατάσταση είναι εντελώς αντίθετη. Διαφορές υπήρχαν πάντα ανάμεσα στους δεξιούς και στους αριστερούς στην Αμερική, όμως η κατάσταση έχει γίνει χειρότερη τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, δεν πιστεύω ότι το Facebook και τα fake news έχουν τόση σημασία γι’αυτήν την πόλωση που συνοδεύει την όξυνση των αντιθέσεων. Αντίθετα, η πολιτικοποίηση των Μέσων έχει εντείνει και αυτό το πρόβλημα, αφού δεν εμπιστευόμαστε πλέον κανέναν. Πάρε για παράδειγμα τους Los Angeles Times. Είναι σαν να διαβάζεις φυλλάδιο των Δημοκρατικών. Έχουν κάνει λάθος, γιατί έτσι εκλαμβάνονται ως προπαγάνδα από τους συντηρητικούς με αυτόν τον τρόπο, οι Συντηρητικοί τούς εκλαμβάνουν ως προπαγάνδα. Αυτό που έκαναν με τον Τραμπ ήταν λάθος και τώρα γίνεται όλο και πιο εμφανές.

Είναι εγγενώς αντιδημοκρατικός ο κυβερνοχώρος;

Προσωπικά πιστεύω ότι εταιρείες όπως το Facebook είναι αντιδημοκρατικές, αλλά κάτι τέτοιο δεν μπορούμε να πούμε ότι ισχύει γενικά για τον κυβερνοχώρο. Μπορείς να φτιάξεις μια πλατφόρμα ελεγχόμενη κοινοτικά, κάτι που συνιστά βεβαίως άλλη μια ουτοπία, αλλά το Ίντερνετ έχει ήδη αλλάξει πολύ τα τελευταία 20 χρόνια, οπότε γιατί όχι κι έτσι; Υπάρχει μια διαρκής ένταση ανάμεσα στην αγορά και στη δημόσια σφαίρα. Δεν μπορείς να έχεις μια υγιή και λειτουργική δημόσια σφαίρα και ταυτόχρονα ανάπτυξη της αγοράς δεδομένων.

Η ανοικτότητα (openness) βρίσκεται στην ιδεολογική βάση ενός πολύ μεγάλου ρεύματος και πολύ ευρέως διαδεδομένου, εδώ και 15 χρόνια. Μετά το άνοιγμα της τηλεόρασης, το πέρασμα στην αγορά ήταν πάντοτε συνδεδεμένο με ιδέες για διεύρυνση της Δημοκρατίας, που όμως δεν επιβεβαιώθηκαν ιστορικά…

Ελευθεριακές ιδέες καταδικασμένες να αποτύχουν. Δεν μπορείς να έχεις ιδιωτικά δίκτυα τα οποία αποκομίζουν κέρδη από την πώληση δεδομένων και να περιμένεις ότι θα το σταματήσουν αυτό επειδή βλάπτει το δημόσιο συμφέρον – αποκλείεται να συμβεί αυτό.

Πάντως όταν ο Ζούκερμπεργκ ήρθε το ‘18 στην Ευρώπη, είπε ότι δεν τίθεται θέμα για το αν θα ρυθμιστεί ο λόγος στο Facebook. Το θέμα είναι με ποιον τρόπο θα γίνει αυτό.

Θα είναι πολύ δύσκολο για ένα μικρό app, για μια νέα πλατφόρμα η οποία θα προτείνει μια εναλλακτική λύση, να ανταγωνιστεί το Facebook, επειδή το τελευταίο έχει τρομερή υποδομή. Ακόμα κι αν «σπάσει», θα εξακολουθήσει να κατέχει δεσπόζουσα θέση.

Έχεις μια διαδρομή που ξεκινά από τη δημοσιογραφία, πηγαίνει στο πανεπιστήμιο και την έρευνα και σε τοποθετεί από την Αθήνα στο Λονδίνο και από το Λονδίνο στο Χάρβαρντ. Θέλεις να μου μιλήσεις για αυτήν τη διαδρομή;

Έκανα το προπτυχιακό μου στην Οπτική και την Οπτομετρία στο ΤΕΙ Αθήνας, αλλά στην Ελλάδα, όπου είναι εντελώς κλειστό το σύστημα εκπαίδευσης δεν μπορούσα να κάνω μεταπτυχιακό σε αντικείμενο που να με ενδιαφέρει. Ήθελα να κάνω και κάτι σχετικό με τη Δημοσιογραφία, την Επικοινωνία ή την Ανθρωπολογία των Media. Ξεκίνησα παράλληλα με τη δημοσιογραφία να κάνω online μαθήματα, τα MOOCs (Massive Open Online Courses) που προσέφεραν τα Πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Χάρβαρντ, κι έπειτα έκανα αίτηση για να κάνω το μάστερ μου στο SOAS στο Λονδίνο. Τα MOOCs ήταν το διαβατήριο μου, δεν θα με είχαν δεχτεί αν δεν είχα κάνει αυτά τα μαθήματα. 

Όσο περισσότερα διάβαζα για την τεχνολογία και το πώς χρησιμοποιούνται τα media, το ενδιαφέρον μου στρεφόταν στο πώς μπορείς να χρησιμοποιήσεις τεχνολογίες για να εκδημοκρατίσεις τη γνώση. Αυτό, βέβαια, τώρα πια ακούγεται αφελές, όμως 10-15 χρόνια πριν μιλούσαμε για την Αραβική Ανοιξη και όλη η συζήτηση γύρω από το τι μπορεί να κάνει το Ίντερνετ ήταν θετική. Όταν πήγα τελικά στην Αμερική για το διδακτορικό, η σκέψη μου έγινε καχύποπτη. Προφανώς λέω «ναι» στην ανοικτή πρόσβαση στη γνώση, να έχουμε ανοιχτά βιβλία, να έχουμε ανοιχτά διαδικτυακά μαθήματα κλπ., αλλά όσο περισσότερο διάβαζα, τόσο συνειδητοποιούσα το πρόβλημα με την τεχνολογική επιτήρηση (surveillance) και πόσο δύσκολο είναι να ξεπεραστεί.

Το οποίο είναι και το βασικό πρόβλημα με το Facebook… 

Όλα καταλήγουν εκεί, διότι ξεκινάς από τη λογοκρισία αλλά μιλάς πάντα για μια εταιρεία η οποία απλώς θέλει να βγάλει κέρδος, όχι να φτιάξει μια πιο δημοκρατική κοινωνία ή να ενώσει τους ανθρώπους. Στην Αμερική υπάρχει τεράστια συζήτηση γύρω από το θέμα του surveillance. Και το βλέπουμε και στην εκπαίδευση. Στα κολέγια εδώ, έγινε το ίδιο πράγμα με την Cisco στην Ελλάδα. Έπρεπε να διαλέξουν μια τεχνολογία για να κάνουν τηλε-εκπαίδευση, όμως δεν σκέφτηκαν για μια στιγμή τι κίνητρα έχει κάθε εταιρεία. Εδώ έχουμε φτάσει στο σημείο να χρησιμοποιείται στις αίθουσες λογισμικό που σκανάρει την ίριδα του μαθητή προκειμένου να εντοπίσει αν προσπαθεί να κλέψει ή να αντιγράψει στο διαγώνισμα και αν είναι όντως εκείνος η εκείνη που δίνει το τεστ. Μετράνε πώς κινούνται τα μάτια σου, πόσες φορές θα κοιτάξεις αριστερά ή δεξιά κι ένας αλγόριθμος βγάζει πόρισμα αν έχεις σκονάκια ή όχι. Και βέβαια, όλα αυτά τα δεδομένα συλλέγονται και κάποιος θα τα πουλήσει.

Το να χρησιμοποιείς τεχνολογίες βιομετρικών στην τάξη από μόνο του έχει πολλά προβλήματα. Έρχεται σε σύγκρουση με την ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία….

Δεν έχουν μάθει να σκέφτονται έτσι στις ΗΠΑ. Μόλις τα τελευταία δύο τρία χρόνια έχουν αρχίσει να σκέφτονται ότι αυτές οι εταιρείες ίσως να έχουν κίνητρα τα οποία είναι αντιδημοκρατικά, κυρίως εξαιτίας της Cambridge Analytica και αυτών που έγιναν στις Προεδρικές εκλογές.

Σχολιάστε