Απο το περιοδικό Ἡ Λεύγα***
Στιγμιότυπο 1: Τη στιγμή που ανακοινὠθηκε η παραίτηση Μoυμπάρακ, ο κόσμος στην πλατεία Ταχρίρ, ξέσπασε σε ζητωκραυγές και χιλιάδες χέρια υψώθηκαν στον αέρα για να πανηγυρίσουν το γεγονός. Έτσι ήταν πάντα. Κάθε λαϊκή νίκη, κάθε επανάσταση συνοδεύεται από αυτές τις στιγμές ευφορίας. Αν κοιτάξει κανείς λίγο πιο προσεκτικά την εικόνα όμως δεν μπορεί παρά να δει το καινοφανές. Χιλιάδες κινητά αστράφτουν στον αέρα καθώς οι εξεγερμένοι πανηγυρίζουν ενώ ταυτόχρονα απαθανατίζουν τη στιγμή.
Στιγμιότυπο 2: Ένας μελαψός διαδηλωτής με μακριά γενειάδα και φέσι, κάπου στην Αίγυπτο, κρατάει ένα χαρτονένιο πλακάτ, στο οποίο αναγράφεται το αίτημα της εποχής: “we want facebook”!
Οι εικόνες αυτές περιφέρονται διεθνώς σε έντυπα και τηλεοράσεις, ως τεκμήρια του ισχυρισμού περί του απελευθερωτικού χαρακτήρα των νέων τεχνολογιών. Η συζήτηση που διεξάγεται περί των απελευθερωτικών δυνατοτήτων των Νέων Μέσων στο μεγαλύτερο μέρος της απλώς προεκτείνει ένα ακαδημαϊκό “σίριαλ” που εκτυλίσσεται εδώ και μερικά χρόνια μεταξύ του Αμερικανού κοινωνιολόγου Clay Shirky και του Λευκορώσου πολιτικού επιστήμονα Evgeny Morozov.
Η κεντρική θέση του Shirky, είναι πως υπάρχει κάτι εγγενώς απελευθερωτικό στις νέες τεχνολογίες . Αυτό, έγκειται στη δυνατότητα όλο και περισσότερων ανθρώπων, να αποκτούν κινητά τηλέφωνα και υπολογιστές στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό και να επικοινωνούν με ολοένα λιγότερους περιορισμούς. H δυνατότητα επικοινωνίας πολλών με πολλούς ταυτόχρονα επιτρέπει στους πολίτες να οργανώνονται γύρω από συγκεκριμένα ζητήματα ad hoc και να διεκδικούν πέρα από τα στενά πλαίσια των εθνικών, γλωσσικών ή άλλων συνόρων, αλλά και των κλειστών συλλογικών οργανισμών, όπως είναι τα κόμματα και οι ενώσεις. Ταυτότητες, φύλο η ταξική καταγωγή εξασθενούν ως παράγοντες διαχωρισμού (για την ακρίβεια τα παραπάνω απουσιάζουν σχεδόν από το οπτικό του πεδίο με έναν συγκινητικά αφελή τρόπο ). Συμβουλεύοντας τις ΗΠΑ να αναλάβουν δράση για την αποκατάσταση του διαλόγου στη δημόσια σφαίρα χωρών με απολυταρχικά καθεστώτα, ο Shirky εννοεί, ότι αν οι άνθρωποι αφεθούν ελεύθεροι να επικοινωνήσουν, μοιραία θα ζητήσουν δημοκρατικά δικαιώματα. [1,2,3]
Ο Morozov του απαντά πως στην πραγματικότητα συμβαίνει το ανάποδο. Τα Νέα Μέσα κάνουν διάφανους τους διαμαρτυρόμενους στις αρχές των απολυταρχικών καθεστώτων, τα οποία μπορούν για πρώτη φορά να χαρτογραφήσουν με ακρίβεια τις αντιδράσεις και να ενοχοποιήσουν όσους κινούνται εναντίον τους. Μια ψηφιακή δικτατορία χωρίς προηγούμενο, μια λογοκρισία που θα επεκτείνεται στο φάσμα των κοινωνικών μας σχέσεων και μάλιστα με τη συγκατάθεση μας (εφόσον δημοσιεύουμε λεπτομέρειες για τη ζωή μας online οικειοθελώς), ίσως βρίσκεται προ των πυλών – αν δεν δείξουμε τον δέοντα ρεαλισμό [1,2]. Με τη σειρά του συμβουλεύει την Αμερικανική διοίκηση να επενδύσει στην εξαγωγή τεχνογνωσίας σε συγκεκριμένες ομάδες που μάχονται υπέρ της φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Το γενεσιουργό σχήμα αυτής της αντιπαράθεσης σμιλεύτηκε κατά τις δεκαετίες του ’90-2000, από την “παραδοσιακή πολιτιστική βιομηχανία”. «Παραδοσιακά» Media, δισκογραφικές εταιρίες και εταιρίες παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών αντιμετώπισαν ντετερμινιστικά την αλλαγή των τεχνολογικών προτύπων, πότε κατασκευάζοντας μια τεχνο-φιλική μυθολογία και άλλοτε τεχνο-φοβική. Σε συνέχεια αυτού του αντιληπτικού σχήματος, η κυρίαρχη σχολή ανάλυσης, εξακολουθεί να περιορίζει το αντικείμενο σε ένα σχήμα ουτοπίας-δυστοπίας με φόντο, πάντα, την αδιαμφισβήτητη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.
Ψηφιακές εξεγέρσεις και κοινωνικές ιδιαιτερότητες
Οι δυϊσμοί, που χαρακτηρίζουν έκτοτε, όλες περίπου τις φάσεις ανάπτυξης του διαδικτύου και των νέων τηλεπικοινωνιών (δυνητικό-πραγματικό, απελευθέρωση-επιτήρηση), ακόμα και οι επιθέσεις του Μοροζώφ στον τεχνολογικό ντετερμινισμό, κοιτούν τα γεγονότα δυτικό-κεντρικά – και πάντως από την κορυφή της ιεραρχίας – εκφράζοντας τις δικές της αγωνίες για την εξέλιξη της παγκοσμιοποίησης, βασικός μοχλός της οποίας είναι οι τηλεπικοινωνίες. Βασική τους έγνοια είναι η αποκατάσταση της δημόσιας σφαίρας, ως περιβάλλοντος ανάπτυξης της φιλελεύθερης δημοκρατίας και συνακόλουθα του καπιταλισμού.
Δεν είναι τυχαίο, ότι στα περισσότερα δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου, ούτε το εταιρικό καθεστώς αυτών των κοινωνικών δικτύων, λογίζεται ως σημαντική παράμετρος, ούτε ο ρόλος των Δυτικών κρατών η των υπερεθνικών οργανισμών στην εκδήλωση αυτών των κοινωνικών αντιδράσεων. Δεν σκιαγραφείται ένα συλλογικό υποκείμενο γιατί εννοείται πως το μόνο υποκείμενο είναι ο καπιταλισμός.
Λίγο πιο κοντά στο παρόν, όπως επεσήμανε ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου, με άρθρο του στην Καθημερινή, η θέση από την οποία είδε η Δύση την εξέγερση της Αιγύπτου, με τη χρήση των “δικών της” τεχνολογικών μέσων, είναι οριενταλιστική. Διεξάγεται σε αν-ιστορικό, αντικοινωνικό πλαίσιο και φωτίζει αποσπασματικά τα γεγονότα.
Ηθελημένα ξεχνάει ότι τα σπέρματα αυτής της λειτουργίας βρίσκονται στο πρώτο indymedia του Σηάτλ, τις πρώτες διαδηλώσεις ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και την εκτίμηση ενός μεγάλου μέρους του κοινωνικού και πολιτικού κινήματος, ότι ήταν, πλέον, ανάγκη οι αγώνες να διεξάγονται τόσο κεντρικά, όσο και (ταυτόχρονα) τοπικά (Think globall, act local). Αγνοεί ακόμα, ότι έως την Αίγυπτο, υπήρξαν μια σειρά από κοινωνικές διαμαρτυρίες που έκαναν ευρύτατη χρήση των “Νέων Μέσων” και σταδιακά ανέδειξαν μια νέα κουλτούρα ακτιβισμού καθώς και βέλτιστες μεθόδους χρήσης. Προηγήθηκε για παράδειγμα η εξέγερση των Γαλλικών προαστίων το 2005, κατά την οποία τα blogs λειτούργησαν σαν κέντρα συντονισμού. Ακολούθησαν οι βομβιστικές επιθέσεις στο Μουμπάι της Ινδίας όπου και εφευρέθηκε η πρακτική του hashtag, η οποία επιτρέπει την αρχειοθέτηση και κοινωνική επεξεργασία των πληροφοριών που δημοσιεύονται στο διαδίκτυο. Ήταν ακόμα, η εξέγερση των μοναχών της Βιρμανίας, αλλά και η εκτεταμένη χρήση των κοινωνικών δικτύων (και η συνεργασία τους με τα διεθνή Μέσα) κατά τον Δεκέμβρη του 2008 στην Αθήνα.
Ακόμα, ξεχνάει την επισιτιστική κρίση, η οποία οδήγησε σε διπλασιασμό των τιμών σε πολλές Αφρικανικές και μεσανατολικές χώρες κατά τα έτη 2007-8 και τις ταραχές που ξέσπασαν εξαιτίας αυτού.
Tην άνθηση του συνδικαλιστικού κινήματος στην Αίγυπτο την τελευταία δεκαετία και βεβαίως την παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία πλήττει βάναυσα τα ήδη αδύναμα χαμηλά στρώματα στον Αραβικό κόσμο, με σημαντική αύξηση της ανεργίας.
Ακόμα, δεν δίνει σημασία στους ιδιαίτερους τρόπους με τους οποίους έχει χρησιμοποιηθεί αυτή η μορφή επικοινωνίας σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση, αλλά και στις θεωρίες των media, που μας έχουν δείξει ότι η χρήση τους γίνεται πάντοτε σε κοινωνικό πλαίσιο.
Τα media είναι κοινωνικός παράγοντας με συμμετοχή στην εξέλιξη του κοινωνικού ανταγωνισμού. Οι Παλαιστίνιοι youtubers, πέρα από το να εικονογραφούν, τα σύμβολα και τις μεθόδους του αγώνα τους στα οδοφράγματα (μαντίλα, πέτρες, σημεία ελέγχου), η να επιδίδονται σε λυρικές αφηγήσεις για την Ιντιφάδα, προχωρούν και σε συστηματική τεκμηρίωση των ενεργειών του στρατού του Ισραήλ και των αποίκων εναντίον τους. Αυτή η δραστηριότητα, είναι μέρος της αντίστασης και εξυπηρετεί τις ανάγκες της. Δεν υπάρχει σε κάποια κυβερνο-πραγματικότητα η οποία είναι ξεκομμένη από την μοίρα αυτού του λαού.
Στην Αίγυπτο και την Τυνησία αντίστοιχα η παρουσία του Αλ Τζαζίρα και η συνεργασία του με τους “πολίτες δημοσιογράφους” αφενός και αφετέρου η συμπίεση του επαναστατικού χρόνου, έκαναν πιο τοπικές τις αφηγήσεις γύρω από τα γεγονότα. Για πρώτη φορά, δεν συντονίστηκαν μόνο από τα adhoc αποκεντρωμένα δίκτυα των πολιτών ανά τον κόσμο, αλλά από το διεθνές τηλεοπτικό δίκτυο, ενώ ανέδειξαν τους μπλόγκερ ως εκπροσώπους μιας δυναμικής μεσαίας τάξης, νέων Αράβων.
Στη Μεγάλη Βρετανία πριν λίγους μήνες τα Νέα Μέσα χρησιμοποιήθηκαν, περισσότερο για συντονισμό και οργάνωση πολιτικών τακτικών και ελιγμών στο έδαφος. Χαρακτηριστική είναι η ευρεία χρήση χαρτογραφικών εφαρμογών, με σκοπό την αποφυγή της επαφής των φοιτητών με την αστυνομία και οι mailing lists στις οποίες δημοσιεύονταν κατά κύριο λόγο πρακτικές οδηγίες.
Τέλος, στην Ελλάδα του 2008 τα Νέα Μέσα χρησιμοποιήθηκαν πολύ περισσότερο για την αποκατάσταση αφενός της αλήθειας κατά την καταγραφή των γεγονότων, αφετέρου μιας καταπιεσμένης πολυφωνίας στο δημόσιο διάλογο, παρά για την κατασκευή μιας κεντρικής ανταγωνιστικής πολιτικής αφήγησης.
Τα Media ως μέρος του κοινωνικού ανταγωνισμού
Οι δυϊσμοί καταρρέουν οριστικά στην Αίγυπτο, όπως προκύπτει από την παρατήρηση της εξέλιξης στο χρόνο, δυο σημαντικών παραμέτρων της εξέγερσης. Των Μέσων Επικοινωνίας που χρησιμοποιήθηκαν και των χώρων, στους οποίους εκτυλίχθηκαν τα γεγονότα. Τα διαφορετικά media της εξέγερσης (φυλλάδια, τηλέφωνα, ίντερνετ, δρόμος), άλλαζαν από μέρα σε μέρα, καθώς άλλαζε ο συσχετισμός δύναμης στο έδαφος, ώστε καθένα από αυτά να παίξει τελικά το ρόλο που του αναλογούσε, τη δεδομένη στιγμή.
Οι γειτονιές του Καΐρου και της Αλεξάνδρειας, στις οποίες οι κάτοικοι αυτό-οργανώνονταν, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις εγκληματικές συμμορίες του καθεστώτος, τεκμηριώθηκαν ως χώροι της εξέγερσης με τη δημοσίευση.
Κι όταν το καθεστώς έκλεισε όλες τις τηλεπικοινωνίες στη χώρα, οι δρόμοι του Καΐρου, ήταν ήδη έτοιμοι να γίνουν ισχυρότεροι δίαυλοι μεταφοράς του μηνύματος. Αν η πλατεία Tahrir απέκτησε τόσο ισχυρό φαντασιακό και συμβολικό περιεχόμενο, ήταν σε μεγάλο βαθμό χάρη στις συνεχείς ζωντανές αναμεταδόσεις του Αλ Τζαζίρα και τις χιλιάδες επί τόπου, ανταποκρίσεις των Αιγυπτίων bloggers/twitters, στις οποίες αντικαθρεφτίζονταν.
Όπως θα έλεγε ο Ουμπέρτο Εκο, τα κοινωνικά δίκτυα και τα κινητά τηλέφωνα, χρησιμοποιήθηκαν ως τμήματα ενός σημειολογικού και επικοινωνιακού ανταρτοπόλεμου.
Ήταν όμως, το “βαρύ πυροβολικό” της τηλεόρασης του Αλ Τζαζίρα, που προστέθηκε στην πορεία και έδωσε τις μεγάλες μάχες, στο επικοινωνιακό πεδίο. Τα εθνικά Αιγυπτιακά ΜΜΕ, βρέθηκαν σε ένα κλοιό, από τον οποίο δεν μπορούσαν να δραπετεύσουν. Η εξέγερση νίκησε στο ιδεολογικό και στο συμβολικό πεδίο, δίνοντας συνεχείς επικοινωνιακές μάχες.
Η Αίγυπτος μας έδειξε καθαρά (σε αντίθεση με το δικό μας Δεκέμβρη) ότι χρειάζεται να συσταθεί όλο το κοινωνικό επαναστατικό «εργοστάσιο» (που αποτελείται από ενώσεις, σωματεία, κόμματα, συλλογικότητες και πολλά διαφορετικά media) για να κινηθεί η ιστορία.
Χωρίς αυτό το “κοινωνικό σώμα”, η νέα αυτή πρακτική δημόσιας επικοινωνίας δεν μπορεί να δομήσει ισχυρές ανταγωνιστικές αφηγήσεις, τείνει να παραμένει ένα πεδίο ασθενών κοινωνικών σχέσεων, ένα παζλ αποσπασματικών νοημάτων. Όταν όμως υπάρχει κίνηση στην κοινωνία, τότε συντονίζεται και μπορεί να συνθέσει το φαντασιακό της (το σπάσιμο του φόβου), να απελευθερώσει ένα δημιουργικό φορτίο το οποίο επιταχύνει τις εξελίξεις παράγοντας ή ενισχύοντας τις αντιδομές που δημιουργούνται κατά την εκδήλωση της, ως τμήμα τους.
Οι δεσμοί γίνονται ξανά ισχυροί. Τα κοινωνικά γεγονότα υφαίνονται πια πολύ διαφορετικά με τη διαμεσολάβηση χιλιάδων υποκειμενικών αφηγήσεων, που συντίθενται όχι για να αντιπροσωπεύσουν τα γεγονότα, αλλά ως έκφραση και συστατικό τους μέρος.
Από το φετιχισμό της τηλεθέασης στην διαδικτυακή εργασία
Σε εκείνο το τμήμα της Μαρξιστικής σκέψης που προσπαθεί να καταλάβει τα Media, ως διαμεσολάβηση νοείται το πολύπλοκο σύστημα υλιστικών και κοινωνικών διεργασιών μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας που υπηρετείται από τα διαθέσιμα τεχνολογικά μέσα σε κάθε εποχή. Η εποχή μας έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον επειδή η παραγωγή υπεραξίας δεν γίνεται μόνο στην παραγωγική βάση αλλά όλο και περισσότερο μέσα στην ίδια την υπερδομή (υπηρεσίες).
Η κατά Γκράμσι οργανική κρίση του συστήματος εκφράζεται ταυτόχρονα στην οικονομική βάση και στην υπερδομή, εκκινώντας από τη δεύτερη (κρίση στη χρηματοπιστωτική σφαίρα αλλά ταυτόχρονα κρίση αξιοπιστίας και νομιμοποίησης του συστήματος) στην οποία μέχρι πρότινος κυριαρχούσαν οι πολυεθνικές των ηλεκτρονικών ΜΜΕ ως φορείς επικύρωσης και επέκτασης της καπιταλιστικής ηγεμονίας.
Η διαμεσολάβηση των Media έχει υλικό χαρακτήρα και ρόλο, ως μέρος της ευρύτερης διαμεσολάβησης του κεφαλαίου, ως διαδικασία παραγωγής κατασκευών «αναδιαμεσολάβησης» που επικαθορίζουν και έτσι διαμορφώνουν το «πραγματικό». Η εικοσαετία του 1990-2010 χαρακτηρίστηκε από τις φαντασμαγορικές ζωντανές μεταδόσεις του CNN κατά τη διεξαγωγή των πολέμων στον Κόλπο και εκφράζει την φετιχιστική κατανάλωση της ισχύος του καπιταλισμού και της απόπειρας του να παρουσιαστεί ως τελικός σκοπός της ιστορίας. Προσπαθεί να την πιστοποιήσει. Είναι η εποχή κατά την οποία Σέρβοι, Βόσνιοι και Αλβανοί κάθονται δίπλα στις βόμβες αλλά προτιμούν να τις βλέπουν στην τηλεόραση σε απευθείας μετάδοση.
Η εποχή που αρχίζει πια να παίρνει σαφέστερο σχήμα χαρακτηρίζεται από τα τουιταρίσματα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων ανά τον κόσμο για την επανάσταση στην Αίγυπτο και την Τυνησία. Η μετάδοση του πολέμου στο Ιράκ ήταν κεντρικό γεγονός της μεταπολιτικής που διεύρυνε τον ορίζοντα της καπιταλιστικής ηγεμονίας και του νεοφιλελευθερισμού ενώ σήμερα τα μηνύματα στο twitter από την πλατεία Ταχρίρ φέρνουν ξανά στο προσκήνιο το αίτημα του καθολικού. Στην πρώτη περίπτωση είναι η συντεταγμένη (και προσαρτημένη στο Αμερικανικό εκστρατευτικό άρμα) ιδιωτική τηλεόραση, αυτή που κατασκευάζει το βλέμμα μας και επικυρώνει τις προοπτικές της Δύσης ως πρωταγωνιστικού φορέα της παγκοσμιοποίησης, ενώ σήμερα τον πρώτο λόγο έχουν εξεγερμένοι και οι διαδηλωτές με τις ιδιαίτερες εκφράσεις τους στο διαδίκτυο.
Από αυτή την οπτική γωνία, η εποχή μας, έχει κάτι χειραφετικό. Η κεντρική εικόνα, δεν είναι αυτή του παθητικού ακτιβιστή του πληκτρολογίου (που ένα μεγάλο τμήμα της Αριστεράς φαντάζεται, ή ίσως φανταζόταν μέχρι πρότινος), αλλά αυτού που σηκώνει την κάμερα του κινητού του, την ώρα που δέχεται επίθεση ο διπλανός του και εργάζεται για να αποτυπώσει τη στιγμή και να τεκμηριώσει την αδικία. Κάθε επόμενος κόμβος που προστίθεται στην αλυσίδα ανακατασκευής των γεγονότων και συλλογικής συγκρότησης της αφήγησης γύρω από το πραγματικό, υπό αυτό το πνεύμα, συγκροτεί κοινωνικές σχέσεις που ογκούμενες δοκιμάζουν τα όρια του «πολιτικού». Αυτή η αλλαγή θέσης από την παθητική κατανάλωση του επικοινωνιακού προϊόντος, στην ενεργό εργασία για την παραγωγή του, είναι δυνητικά επαναστατική.
Είμαστε όλοι εργαζόμενοι στα sweatshops των κοινωνικών δικτύων και των νέων επιχειρήσεων τηλεπικοινωνιών [1,2].
Όμως από αυτή τη θέση είναι πιο καθαρές οι αντιθέσεις κεφαλαίου-εργασίας, ακριβώς επειδή η δημοσίευση πληροφοριών αναπαριστά αλλά και κατασκευάζει το πραγματικό. Προκειμένου να παράγουμε με τις κοινωνικές μας σχέσεις τα κέρδη αυτών των επιχειρήσεων, γινόμαστε φορείς αναδιαμεσολάβησης των ΜΜΕ και των μηνυμάτων τους, όμως έχουμε (ακόμα) τη δυνατότητα να συγκροτούμε κανάλια αποκωδικοποίησης και ερμηνείας των μηνυμάτων που λαμβάνουμε μακριά από τον στενό έλεγχο των ερμηνειών της εξουσίας. Μπορούμε ταυτόχρονα να κωδικοποιούμε μηνύματα τα οποία όταν εκφράζουν μια κοινωνική αλήθεια συναντούν παρόμοια και συγκροτούν συλλογικά κανάλια απεύθυνσης μεγάλης κλίμακας, αφού η αναδιαμεσολάβηση δεν αφορά μόνο τη σχέση μεταξύ παλιών και Νέων Media αλλά κυρίαρχα τη σχέση της πραγματικότητας μας με την ανακατασκευή της στα media. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ντοκιμαντέρ debtocracy, το οποίο σημείωσε τεράστια επιτυχία ως εκφραστής της καμπάνιας για τον λογιστικό έλεγχο τους χρέους και με χρηματοδότηση των ίδιων των θεατών του. Το κρίσιμο ερώτημα στις μέρες μας είναι η σχέση αυτής της διαδικασίας αναδιαμεσολάβησης του πραγματικού με τα υπόλοιπα πεδία στα οποία εκφράζεται η διαμεσολάβηση της εργασίας και η οργάνωση της.
Ζούμε μια ηλεκτρονική εκδοτική «Ανοιξη» η οποία επιτρέπει δυνητικά σε κάθε πολίτη η συλλογικότητα να επικοινωνήσει την ιδιαίτερη αλήθεια του και να την προσθέσει στη συλλογική αφήγηση. Μεταρρυθμίζει τις κοινωνικές μας σχέσεις και τους μηχανισμούς παραγωγής νοημάτων (τη στιγμή που η παραδοσιακή εκδοτική οικονομία πλήττεται βαριά). Στην ιστορία της τεχνολογίας και των Μέσων, υπάρχει πάντα μια περίοδος, που χαρακτηρίζεται από κρίση του κατεστημένου συστήματος και συνακόλουθα ελευθερία, έρευνα και αδιαχώριστες λειτουργίες. Είναι η περίοδος κατά την οποία χρησιμοποιούνται τα εκάστοτε Νέα Μέσα στην κατασκευή των φαντασιακών κοινοτήτων. Αυτή είναι η εποχή μας.
***Δυστυχώς σε μερικές από τις περιπτώσεις τα links θα έπρεπε να είναι συγκεκριμένες αναφορές μέσα στα σχετικά κείμενα. Αυτό ήταν αδύνατο, οπότε ζητώ την κατανόηση σας. Επιπλέον σκοπός αυτού του κειμένου δεν είναι παρουσιαστεί ως δομημένη εργασία επάνω στο θέμα, αλλά σαν πλαίσιο κατανόησης και επεξεργασίας. Εξ’ου και δεν δίστασα να δημοσιεύσω στα λινκς ακόμα και ολόκληρα βιβλία
Πολύ καλό Ματθαίο. Επέτρεψε μου να προσθέσω σαν σχόλιο την πρόταση με την οποία κλείνει ο Μανουέλ Καστέλλς το βιβλίο του communication power.
»However, the public mind is constructed by networking individual minds, such as yours. Thus, if you think differently, communication networks will operate differently, on the condition that not only you, but I and a multitude choose to build the networks of our lives.
Ευχαριστώ για το σχόλιο Ηλία. Οι δυο σοβαρές αδυναμίες αυτού του γρήγορου κειμένου είναι ο «κακός» Μαρξισμός του και το ζήτημα του υποκειμένου που σωστά επισημαίνεις. Αλλά για αυτό ειδικά δές το επόμενο που θα ανεβάσω – το άφησα επίτηδες (και άτεχνα είναι η αλήθεια) εκτός